Καθώς η χώρα μας καίγεται ξανά αυτό το καλοκαίρι αβοήθητη και οι νεκροί από τον παρατεταμένο καύσωνα και τις θερμοκρασίες ρεκόρ στην υπόλοιπη Ευρώπη αυξάνονται, υπενθυμίζοντας ότι η κλιματική κρίση επιταχύνεται, η ελληνική και οι υπόλοιπες κυβερνήσεις των αναπτυγμένων οικονομιών εξαντλούν τους προϋπολογισμούς αντιμετώπισης, διοχετεύοντας παράλληλα όλο και περισσότερους πόρους σε αμυντικούς εξοπλισμούς. Καλυμμένες με δικαιολογίες ότι ο δημόσιος κορβανάς δεν επαρκεί, οι δεσμεύσεις τους για τη χρηματοδότηση της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής ηχούν πλέον σαν κούφια λόγια.
Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Δεν πρόκειται για κενό χρηματοδότησης αλλά για κενό κυριαρχίας. Λεφτά υπάρχουν, αλλά για να «ξεκλειδωθούν», απαιτείται τολμηρή πολιτική φορολογικής δικαιοσύνης. Η ανάκτηση της χαμένης φορολογικής κυριαρχίας από τις κυβερνήσεις, της εξουσίας τους δηλαδή να αποφασίζουν αυτές πώς θα φορολογείται ο πλούτος και πού θα κατευθύνεται, μπορεί δώσει λύσεις στο πρόβλημα.
Παγκόσμιο ταμείο
Μελέτη του Δικτύου Φορολογικής Δικαιοσύνης (TJN) διαπιστώνει ότι οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να έχουν επιπρόσθετα έσοδα 2,6 τρισ. δολαρίων κάθε χρόνο εάν επέβαλλαν έναν ελάχιστο φόρο 1,7%-3,5% στην περιουσία του πλουσιότερου 0,5% των νοικοκυριών της υφηλίου και τερμάτιζαν τις καταχρηστικές φορολογικές πρακτικές των πολυεθνικών ανακτώντας τους διαφυγόντες -λόγω μεταφοράς των εταιρικών κερδών τους σε φορολογικούς παραδείσους- φόρους. Το ποσό είναι εντυπωσιακό. Ισοδυναμεί με το 2,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ και θα μπορούσε όχι μόνο να καλύψει την πλειονότητα του κόστους χρηματοδότησης της κλιματικής αλλαγής αλλά και να προικίσει τις κυβερνήσεις με επιπλέον έσοδα δισεκατομμυρίων για τη διάθεσή τους σε δημόσιες υπηρεσίες όπως η υγεία, η παιδεία και η κοινωνική πρόνοια.
Η μελέτη μοντελοποίησε τι θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν με τον προτεινόμενο φόρο οι χώρες και τι να συνεισφέρουν βάσει της ιστορικής τους ευθύνης στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Τα αποτελέσματα ήταν εξίσου εντυπωσιακά. Εάν οι χώρες συνεισέφεραν σε ένα παγκόσμιο ταμείο χρηματοδότησης για το κλίμα ύψους 300 δισ. δολαρίων –το κατώτερο άκρο της τρέχουσας συζήτησης–, τότε το 89% αυτών θα ήταν σε θέση να καλύψουν άνετα το μερίδιό τους σε αυτό και να έχουν και πλεόνασμα για να επενδύσουν στις δημόσιες υπηρεσίες.
Κατά μέσο όρο, αυτές οι χώρες θα απέδιδαν στο παγκόσμιο ταμείο μόλις το 21% των πρόσθετων φορολογικών εσόδων που θα συγκέντρωναν από τον προτεινόμενο φόρο, ενώ θα τους έμενε και υπόλοιπο 14 δισ. δολαρίων (μ.ό.) για εγχώριες δαπάνες.
Ακόμα και αν το ταμείο κλιμακωνόταν στο άλλο άκρο, πέντε φορές υψηλότερα, στα 1,5 τρισ. δολάρια, το 58% των χωρών θα ήταν σε θέση να καλύψουν τη συνεισφορά τους σε αυτό και να έχουν περίσσευμα δισεκατομμυρίων για να ξοδέψουν στο εσωτερικό τους. Οι ΗΠΑ για παράδειγμα για ένα ταμείο κλιματικής αλλαγής 1,5 τρισ. δολαρίων θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν από τον προτεινόμενο φόρο του ακραίου πλούτου και να συνεισφέρουν 365 δισ. δολάρια ετησίως σε αυτό, ενώ θα τους περίσσευαν και 412 δισ. δολάρια να τα δαπανήσουν εγχώρια. Η Κίνα, η Ινδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Βραζιλία ομοίως.
Και αυτό αποτελεί το βασικό μήνυμα του εν λόγω εργαλείου χρηματοδότησης της κλιματικής αλλαγής ότι η φορολόγηση του ακραίου πλούτου και ο περιορισμός της φορολογικής κατάχρησης δεν αντιπαραβάλλουν την κλιματική δικαιοσύνη με την ανάπτυξη. Επιτρέπουν και τα δύο.
Μυστικότητα
Γιατί όμως οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να δρουν σαν η χρηματοδότηση για το κλίμα να είναι απρόσιτη; Η απάντηση βρίσκεται στη διαβρωμένη φορολογική κυριαρχία δεκαετιών. Δέσμιες των ισχυρών οικονομικών συμφερόντων, οι κυβερνήσεις παραιτήθηκαν από τα φορολογικά τους δικαιώματα επιτρέποντας στον πλούτο να ρέει σε δικαιοδοσίες μυστικότητας και ικανοποιώντας τις απαιτήσεις των εταιρειών για φορολογικές ελαφρύνσεις και κίνητρα – συχνά υπό συνθήκες εξάρτησης από το χρέος και οικονομικού καταναγκασμού. Στην πορεία αυτή οι κυβερνήσεις αποδυνάμωσαν την ικανότητα και την προθυμία τους να φορολογήσουν όσους ευθύνονται περισσότερο για την κλιματική κρίση.
Σήμερα το 61% των χωρών της υφηλίου έχουν σύμφωνα με την έκθεση «απειλούμενο» επίπεδο φορολογικής κυριαρχίας ή και χειρότερο – κάτι που σημαίνει ότι δεν καταφέρνουν να εισπράξουν φόρους αξίας ίσης τουλάχιστον με το 5% του συνόλου των εισπραγμένων φορολογικών τους εσόδων, κυρίως από τα πλουσιότερα νοικοκυριά τους και από πολυεθνικές εταιρείες που πληρώνουν λιγότερο φόρους. Σχεδόν το ένα πέμπτο των χωρών (19%) εμπίπτουν στην κατηγορία των «μηδενισμένων», καθώς χάνουν φόρους ισοδύναμους με το 15% ή περισσότερο των ετήσιων φορολογικών εσόδων τους.
www.efsyn.gr
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε