- Από
τις 30 Απριλίου του 2024 το «τελεσίγραφο» της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας
και Αγροτικής Ανάπτυξης (DG AGRI) της Κομισιόν για αναστολη πληρωμών.
- Από
τις 13 Μαΐου του 2024 η τότε επικεφαλής της Διεύθυνσης Εσωτερικών Ελέγχων
του Οργανισμού, Παρασκευή Τυχεροπούλου, έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου
στον τότε πρόεδρο του Οργανισμού, Κυριάκο Μπαμπασίδη..
Νέα στοιχεία για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δημοσιεύουν οι Data Journalists. Πρόκειται για δύο έγγραφα, τα οποία προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο να τεθεί ο ΟΠΕΚΕΠΕ σε καθεστώς αναστολής πληρωμών.
Το ένα από αυτά εστάλη από τη Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης (DG AGRI) της Κομισιόν στις 30 Απριλίου του 2024 προς την τότε διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ. Επρόκειτο για έγγραφο-«φωτιά» με το οποίο η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης (DG AGRI) προειδοποιούσε πως εάν ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν συμμορφωνόταν με τα κριτήρια διαπίστευσης, τότε έκρινε ως «απαραίτητη την έναρξη της διαδικασίας» προκειμένου να τεθεί ο Οργανισμός σε αναστολή πληρωμών.
Το δεύτερο, αφορά σε έγγραφο που απέστειλε στις 13 Μαΐου του 2024 η τότε επικεφαλής της Διεύθυνσης Εσωτερικών Ελέγχων του ΟΠΕΚΕΠΕ, Παρασκευή Τυχεροπούλου προς τον τότε πρόεδρο του Οργανισμού Κυριάκο Μπαμπασίδη. Σε αυτό, η κ. Τυχεροπούλου έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με την πιθανότητα να τεθεί ο ΟΠΕΚΕΠΕ σε αναστολή πληρωμών, ενώ παρέθετε αναλυτικά τα προβλήματα που είχε εντοπίσει, όπως επίσης και τις ενέργειες που θα έπρεπε να γίνουν. Τελικά οι προτάσεις της κ. Τυχεροπούλου όχι μόνο δεν εισακούστηκαν, αλλά η ίδια βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με πειθαρχικές και ποινικές διώξεις. Είναι ερώτημα γιατί η τότε διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ αγνόησε τις προειδοποιήσεις, με αποτέλεσμα σήμερα ο Οργανισμός να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα σε ό,τι αφορά στις πληρωμές. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Το έγγραφο «φωτιά» της Κομισιόν σε ΟΠΕΚΕΠΕ
Στις 30 Απριλίου του 2024 η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης (DG AGRI) της Κομισιόν απέστειλε προς την τότε διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ ένα ιδιαίτερα σημαντικό έγγραφο, το οποίο αφορούσε στην «απόφαση για την εκκαθάριση των λογαριασμών του οικονομικού έτους 2023» του Οργανισμού. Στο έγγραφο περιέχονταν μία σειρά από «παρατηρήσεις και συστάσεις που είχαν προκύψει από τη διαδικασία οικονομικής εκκαθάρισης σε ό,τι αφορά στη συμμόρφωση του ΟΠΕΚΕΠΕ με τα κριτήρια διαπίστευσης».
Η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης (DG AGRI) ήταν σαφής και δεν άφηνε περιθώρια παρερμηνείας. Εάν ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν συμμορφωνόταν, τότε κρίνονταν ως «απαραίτητη η έναρξη της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014 και στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013». Δηλαδή, να τεθεί η διαπίστευση του ΟΠΕΚΕΠΕ σε αναστολή. Αυτό πρακτικά σήμαινε πως ο μοναδικός οργανισμός πληρωμών για επιδοτήσεις σε κτηνοτρόφους και αγρότες που διαθέτει η χώρα μας, κινδύνευε να βρεθεί σε αδυναμία πληρωμών. Το προβλημα είχε ξεκινήσει σχεδόν ένα χρόνο πριν. Με επιστολή της η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης (AGRI), στις 8 Ιουνίου του 2023 είχε «ζητήσει από την αρμόδια αρχή», δηλαδή το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, «να αξιολογήσει το ενδεχόμενο να τεθεί η διαπίστευση του ΟΠΕΚΕΠΕ υπό επιτήρηση». Στις 15 Σεπτεμβρίου του 2023, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ενημέρωσε την DG AGRI, ότι είχε αποφασίσει να μην θέσει τη διαπίστευση του οργανισμού πληρωμών σε δοκιμασία. Ο λόγος ήταν πως οι «περισσότερες ελλείψεις που είχαν εντοπιστεί από τη DG Agri και τον Οργανισμό πιστοποίησης, είχαν ήδη αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο του σχεδίου βελτίωσης που είχε εφαρμοστεί προηγουμένως», όπως ισχυρίστηκε.
Ωστόσο στην έκθεση για το οικονομικό έτος 2023, είχαν διαπιστωθεί και πάλι «αρκετές σοβαρές ελλείψεις στο σύστημα εσωτερικού ελέγχου του οργανισμού πληρωμών και στη συμμόρφωσή του με τα κριτήρια πιστοποίησης». Ειδικότερα, στην επιστολή με ημερομηνία 30 Απριλίου του 2024, απαριθμούνταν μία σειρά από «ευρήματα σχετικά με τη συμμόρφωση του Οργανισμού Πληρωμών με τα κριτήρια διαπίστευσης».
Πιο αναλυτικά, η οργανωτική δομή του ΟΠΕΚΕΠΕ περιγραφόταν ως «πολύ ασταθής σε επίπεδο διευθυντικού και μη διευθυντικού προσωπικού και συστημάτων πληροφορικής», διαπιστώθηκε «έλλειψη προσωπικού και εξειδικευμένου προσωπικού», ενώ η «υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου του ΟΠΕΚΕΠΕ είχε εντοπίσει πολύ υψηλούς και ακραίους κινδύνους».
Στο έγγραφο αναφερόταν ακόμη, ότι το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο δεν εξασφάλιζε «σαφή διαχωρισμό των καθηκόντων μεταξύ του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του οργανισμού πληρωμών», ενώ διαπιστώνονταν καθυστερήσεις ακόμη και 16 μηνών στις πληροφορίες που παρείχε ο οργανισμός πληρωμών στον οργανισμό πιστοποίησης», «καθώς και έλλειψη παρακολούθησης συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης των οργανισμών στους οποίους έχουν ανατεθεί αρμοδιότητες». Όπως για παράδειγμα τα Κέντρα Υποδοχής Δηλώσεων (ΚΥΔ) για τα οποία η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ανέδειξε το κομβικό τους ρόλο στο σκάνδαλο με τις επιδοτήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Επίσης, στο ίδιο έγγραφο αναφέρονταν πως «με βάση τις πληροφορίες από την εν εξελίξει έρευνα πιστοποίησης και την έκθεση ελέγχου του οργανισμού πιστοποίησης, η DG AGRI διαπιστώνει σαφή επιδείνωση του συστήματος εσωτερικού ελέγχου του οργανισμού πληρωμών και της συμμόρφωσής του με τα κριτήρια πιστοποίησης».
«Κατά την άποψη της DG AGRI, οι ελλείψεις που διαπιστώθηκαν κατά τα προηγούμενα οικονομικά έτη δεν αντιμετωπίστηκαν κατάλληλα, στο βαθμό που δεν ελήφθησαν διαρθρωτικά και αποτελεσματικά διορθωτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των βασικών αιτιών τους», αναφέρονταν χαρακτηριστικά.
Για τους λόγους αυτούς η DG Agri εκτιμούσε ότι ο ΟΠΕΚΕΠΕ «έπρεπε να τεθεί επειγόντως σε δοκιμασία και να εφαρμόσει ένα σχέδιο δράσης πιστοποίησης προκειμένου να αντιμετωπιστούν όλες οι ελλείψεις που διαπιστώθηκαν όσον αφορά στη συμμόρφωση του οργανισμού πληρωμών με τα κριτήρια πιστοποίησης».
Στην επιστολή γινόταν λόγος για «σοβαρότητα της κατάστασης» και ζητείτο να πραγματοποιηθεί «τεχνική συνάντηση προκειμένου να συζητηθούν η αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής και οι προγραμματισμένες διορθωτικές ενέργειες»
«Κατά την άποψη της DG AGRI, η έλλειψη επαρκών, αποτελεσματικών και άμεσων διορθωτικών μέτρων μπορεί να οδηγήσει στην ανάκληση της διαπίστευσης του ΟΠΕΚΕΠΕ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/128», αναφέρονταν χαρακτηριστικά.
Το έγγραφο της Κομισιόν


Η επιστολή Τυχεροπούλου σε Μπαμπασίδη και οι επισημάνσεις
Στις 13 Μαΐου του 2024 η τότε επικεφαλής της Διεύθυνσης Εσωτερικών Ελέγχων του ΟΠΕΚΕΠΕ, Παρασκευή Τυχεροπούλου, απέστειλε προς τον τότε πρόεδρο του Οργανισμου Κυριάκο Μπαμπασίδη, έγγραφο ενημερωτικό σημείωμα. To σημείωμα αφορούσε στην «απόφαση εκκαθάρισης των λογαριασμών για το οικονομικό έτος 2023» και απεστάλη σε συνέχεια του εγγράφου της Κομισιόν.

Στο ίδιο σημείωμα, η κ. Τυχεροπούλου αναφέρθηκε σε μία σειρά από «δυσχέρειες» που είχε εντοπίσει αναφορικά με τη διαπίστευση του ΟΠΕΚΕΠΕ και τα κριτήρια που έπρεπε να πληρεί. Όπως υπογράμμιζε, «η παρούσα οργανωτική δομή της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου υπολείπεται από το να πληρεί βασικά κριτήρια, είναι υποστελεχωμένη και χωρίς την απαραίτητη διεπιστημονική σύνθεση του προσωπικού για την απρόσκοπτη εκπλήρωση του έργου της».
Επιπλέον, ενώ «ο Εσωτερικός Έλεγχος είναι υπεύθυνος και για την αξιολόγηση των συστημάτων πληροφορικής, δεν διαθέτει προσωπικό με ειδικότητα πληροφορικής, γεγονός που έχει σαν συνέπεια την αδυναμία ένταξης των συστημάτων πληροφορικής στο ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου».
Επίσης η κ. Τυχεροπούλου ανέφερε πως «το ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου, ενώ έχει δοθεί στον Πρόεδρο του Οργανισμού από αρχές Φεβρουαρίου για να λάβει έγκριση, δεν έχει επιστραφεί και εγκριθεί ως σήμερα, με συνέπεια να μην μπορούν να ανατεθούν ελεγκτικές εργασίες στους ελεγκτές».
Ένα ακόμη από τα προβλήματα που υπήρχαν, αφορούσε σε «εκκρεμότητα» που υπήρχε από την προηγούμενη διοίκηση για ελέγχους στο εθνικό απόθεμα του 2020. Σύμφωνα με όσα επισήμανε, «στη διαχείριση του εθνικού αποθέματος παρατηρήθηκαν πληθώρα παρατυπιών και εξ αυτού του λόγου προκειμένου να ανακτηθούν αχρεώστητα, ο προηγούμενος Πρόεδρος δεν έκανε δεκτή την έκθεση και ζήτησε τον επανέλεγχο του Εθνικού Αποθέματος 2020».
Ωστόσο, όπως υπογράμμιζε, «αν και από αρχές Φεβρουαρίου έχει υπάρξει ηλεκτρονική αλληλογραφία με τη διεύθυνση πληροφορικής η οποία όμως ουδέποτε απαντήθηκε προσκομίζοντας τα επιπλέον ζητούμενα στοιχεία για να προχωρήσει ο επανέλεγχος».
Μία ακόμη «δυσχέρεια» που είχε εντοπίσει η κ. Τυχεροπούλου, ήταν και το γεγονός ότι «η Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου δια του προϊσταμένου της δεν κλήθηκε σε καμία από τις συναντήσεις προετοιμασίας της αποστολής της έκθεσης του Φορέα Πιστοποίησης για το έτος 2023». Επίσης, «δεν κλήθηκε σε καμία συνάντηση προετοιμασίας των ελέγχων σε συνέχεια του εγγράφου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αν και όπως προέκυψε, σημαντικά στοιχεία των παρατηρήσεων αφορούν το σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου»,
Ένα ακόμη ζήτημα το οποίο έθιγε η κ. Τυχεροπούλου, ήταν και η απόφαση του ΔΣ του ΟΠΕΚΕΠΕ με ημερομηνία 28 Δεκεμβρίου του 2023. Με αυτή, «μετακινήθηκαν διευθυντικά στελέχη από τη μια διεύθυνση στην άλλη με εναλλαγή, με συνέπεια να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους υπάλληλοι που χειρίστηκαν το προηγούμενο διάστημα κρίσιμες έρευνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε πολύ δύσκολες συνθήκες». Μάλιστα, όπως επισήμανε η κ. Τυχεροπούλου, «η μετακίνηση αυτή συνέβη σε μια πολύ κρίσιμη για τον Οργανισμό χρονική στιγμή».
Οι προτάσεις που δεν εισακούστηκαν
Εκτός από τα προβλήματα που υπήρχαν, η κ. Τυχεροπούλου παρέθετε και μία σειρά από προτάσεις. Όπως για παράδειγμα την αναμόρφωση της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου προκειμένου να μπορεί να εξάγει στατιστικά στοιχεία που θα βοηθούν τις Διευθύνσεις στο ελεγκτικό τους έργο, προτείνοντας αυξημένους ελέγχους σε περιπτώσεις παρατυπιών, όπως αυτή του εθνικού αποθέματος, την άμεση σύνδεση του εσωτερικού ελέγχου με τις βάσεις δεδομένων του οργανισμού, την πλήρη μηχανογράφηση των διαδικασιών λειτουργίας του Εσωτερικού Ελέγχου κτλ.
Μία ακόμη πρόταση της κ. Τυχεροπούλου αφορούσε στη «μεταφορά των συστημάτων του Οργανισμού στο gov.gr» που είχε ξεκινήσει το 2022, κάτι που χαρακτήριζε ως «μονόδρομο για την ικανοποίηση των απαιτήσεων της νέας ΚΑΠ». Ο λόγος ήταν πως «τα συστήματα που χρησιμοποιήθηκαν μέχρι το 2021 δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της νέας ΚΑΠ», καθώς «πρόκειται για απαρχαιωμένα συστήματα τα οποία αυξάνουν την επισφάλεια του Οργανισμού σύμφωνα και με τις πρόσφατες διαπιστώσεις της πρόσφατης επιθεώρησης ασφάλειας πληροφοριακών του συστήματος ISO 27001».
Τέλος, μεταξύ των προτάσεων ήταν και «η διασύνδεση της Ενιαίας Αίτησης Ενίσχυσης στην πλατφόρμα του goν με όλες τις διαθέσιμες βάσεις δεδομένων των εθνικών αρχών όπως ΑΑΔΕ, ΚΕΠΥΟ, ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΝΠΔΔ κλπ». Κάτι που θα «προσέφερε πολλαπλά οφέλη στην αξιοπιστία των δεδομένων του Οργανισμού αλλά και στην πραγματοποίηση αυτονόητων άμεσων διασταυρωτικών ελέγχων οι οποίοι μέχρι τώρα δεν γίνονταν, καθώς δεν υπήρχε δυνατότητα διασύνδεσης με τις πλατφόρμες αυτές».
Τελικά, οι προτάσεις της κ. Τυχεροπούλου όχι μόνο δεν εισακούστηκαν, αλλά η ίδια ενάμιση χρόνο μετά βρίσκεται αντιμέτωπη με πειθαρχικές και ποινικές διώξεις σε βάρος της. Την ίδια ώρα η χώρα μας αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα σε ό,τι αφορά στη δυνατότητα καταβολής επιδοτήσεων τα επόμενα χρόνια, μετά και από τα ευρήματα της έρευνας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
Η επιστολή της κας Τυχεροπούλου





Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε